Ήταν κάποτε μια καλαμιά
μες την άγρια ερημιά,
στο σκοτάδι και στο φως
συντροφιά της μόνο ο ουρανός.
Οι Βοριάδες και οι Νοτιάδες
της λυγίζαν το κορμί,
μα τον άντεχε τον πόνο
όπως κάθε πλάσης η ψυχή.
Σιωπηλή και μοναχή
μες στου χρόνου τη ροή'
λίγες λέξεις που να πει;
Πάνω απ' όλα... υπομονή.
Και η άμμος να την πνίγει
σαν το άδικο που ζει
μες στον κόσμο που ανασαίνει
σε μια άμορφη εποχή.
Ήταν κάποτε μια καλαμιά
με πολλά βαθιά ''γιατί''
που τη λύση τους τη βρήκε
στης ψυχής τη μουσική.
This poem has not been translated into any other language yet.
I would like to translate this poem